Πέμπτη 28 Ιουνίου 2012

ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ και ΚΑΤΟΙΚΟΣ



    «Για να «κατοικούν οι άνθρωποι σαν ποιητές», τους ποιητές ας διαβάζουν οι αρχιτέκτονες».
                                                                                 Πέτρος Μαρτινίδης



Καθώς ο πολιτισμός προχωρεί, αφήνει πίσω του την εποχή του μάστορα και φτάνει σε ό,τι σήμερα ονομάζουμε επώνυμη καλλιτεχνική δημιουργία. Ο μάστορας της κατασκευής κατοικίας εξελίσσεται στον επώνυμο αρχιτέκτονα τον 17ου αιώνα. Την εποχή αυτή από τον αρχιμάστορα που έφτιαχνε ο ίδιος τις κατόψεις του σπιτιού, προέκυψε ο αρχιτέκτονας του 18ου αιώνα που σχεδίαζε τα σπίτια και επέβλεπε την κατασκευή τους από τους άλλους. Η υψηλή κοινωνία και η αλλαγή των στυλ, είναι που εδραίωσαν το επάγγελμα του αρχιτέκτονα.
Αν κατά τον 18ο αιώνα ο αρχιτέκτονας δεν ήταν τίποτε περισσότερο παρά ένας «ταπεινός υπηρέτης των ευγενών», τον 19ο αιώνα, με την άνοδο της αστικής τάξης γίνεται το αφεντικό του εαυτού του, όντας πια μέλος της κοινωνικής τάξης που κατέχει την εξουσία. Η κοινωνική του θέση εξυψώνεται, εξέλιξη στενά συνδεδεμένη με τις βαθειές αλλαγές που συντελούνταν σε ολόκληρο τον κοινωνικο-οικονομικό σχηματισμό και μια από τις σημαντικότερες συνέπειες για το επάγγελμα του αρχιτέκτονα ήταν ο μετασχηματισμός στη σχέση αρχιτέκτονα και πελάτη9.
Τον 19ο αιώνα η αρχιτεκτονική εκπαίδευση διαχωρίζεται όλο και περισσότερο από την πρακτική και η ενασχόληση με την αρχιτεκτονική περιέχεται με αυξανόμενο ρυθμό στην αποκλειστικότητα των διανοουμένων. Η αρχιτεκτονική γίνεται αντικείμενο θαυμασμού από μεγάλους φιλοσόφους, καλλιτέχνες και γενικότερα διανοουμένους της εποχής με αποτέλεσμα ποικίλα μανιφέστα και προγράμματα για την αρχιτεκτονική που σημαδεύουν καίρια και τον 20ο αιώνα. Όλα ευαγγελίζονται την αλήθεια, την πρόοδο και τον δρόμο για την καλή αρχιτεκτονική. Αποτέλεσμα όλων αυτών υπήρξε η διάσταση και η απομάκρυνση του ευρύτερου κοινού, που δεν μπορούσε να παρακολουθήσει όλες αυτές τις πρωτοπορίες από την αρχιτεκτονική.
Πως θα επανέλθει και πάλι ο δεσμός του μάστορα-πελάτη στον αρχιτέκτονα-πελάτη, είναι ένα ερώτημα.
Υπάρχει μια αντικειμενική ενδογενείς σκοπιμότητα10 στα προϊόντα του ανθρώπου, υπάρχει μια πρόθεση, ένας σκοπός και μια επιδίωξη, τα οποία εφορμούνται από τον άνθρωπο και φτιάχνονται σύμφωνα με αυτόν. Γι’ αυτό, για τον Valery, η αρχιτεκτονική είναι η τελειότερη τέχνη, γιατί τα δημιουργήματα του ανθρώπου είναι φτιαγμένα αναφορικά με το σώμα του, που ποθεί την ωφέλεια, την ψυχή του, που ποθεί την ομορφιά  και τον υπόλοιπο κόσμο, που αναγκάζει ένα έργο να είναι στέρεο. Στο ότι ο δημιουργός εφορμάται και έχει ως ιδανικό του το ίδιο το ανθρώπινο σώμα και την ανθρώπινη ψυχή, έγκειται και το μεγαλείο της αρχιτεκτονικής.
          Στην πράξη, το έργο του δημιουργού είναι βασισμένο σε μια αρχική ιδέα, στην οποία είναι ελεύθερος από κάθε πρόθεση να φτιάξει αυτό που θέλει. Μεταξύ όμως της ιδέας και του τελικού αποτελέσματος παρεμβάλλονται η θεωρία και η κατασκευή που συντελούνται σε δύο χρόνους-πεδία, τον πνευματικό και τον φυσικό. Είναι τα απτά κανάλια και τα άυλα κανάλια11 που θα καθορίσουν την πορεία του έργου. Στα πρώτα ανήκουν η γνώση του οικοπέδου, οικοδομικοί κώδικες, λειτουργικός προγραμματισμός, γνώση της ιστορίας τέχνης του πολιτισμού, ικανότητα σχεδιασμού, γεωμετρία κ.α. Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν μεταφορικά και παράδοξα θα μπορούσαμε να πούμε, όπως ποίηση, πεζογραφία, άλλοι πολιτισμοί, γλωσσολογία κ.α. Έτσι, η σύνθεση δεν είναι αποτέλεσμα μόνο μιας λογικής σκέψης, αφού τα αναμενόμενα στοιχεία μπορούν   να  καλυφθούν από μεγάλη πιθανότητα αβεβαιότητας. Τότε, ο δημιουργός αποποιείται μέρος της ελευθερίας του και εμπλέκεται σε μια δυσχερή κατάσταση, όπου η θεωρία και η πράξη παντρεύονται. Επιχειρώντας να οργανώσει ένα αρχέγονο χάος διαισθήσεων και φυσικών αναπτύξεων υποτάσσεται στην αναγκαιότητα και στη φαντασία, για να καταλήξει το αυθαίρετο, σε αναγκαίο. Μέσα από αυτή τη δυσχερή κατάσταση θα μπορέσει να αποτυπώσει, στην «πραγματικότητα», τα σημάδια της επιθυμίας του.  
          Όλες αυτές οι πράξεις του δημιουργού απαιτούν την ενσώματη και σκεπτόμενη παρουσία του πάνω από το σχεδιαστήριο. Η συνείδησή του παίζει καθοριστικό ρόλο στην κατασκευή, η οποία, από όποιο υλικό και αν έχει δημιουργηθεί, όσο στέρεη κι αν είναι, δεν παύει να είναι ταυτόχρονα «σαθρή» αφού στηρίζεται πάνω στα ανθρώπινα συναισθήματα και στις συγκεχυμένες επιθυμίες του δημιουργούπου προκαθορίζονται από τα βιώματά του.
          Σύμφωνα με τον Valery, είναι μια «φαντασιακή λογική» που εμπλέκεται και όπου μεγάλο ρόλο παίζει η μνήμη. Ο Luis Barragan, που αντιπαρέθεσε την οικεία γαλήνη ως λύση απέναντι στη σημερινή εποχή της σύγχυσης και του φόβου,  μίλησε για το ενδιαφέρον χρώμα της γης που μεγάλωσε, για τους διανομείς νερού που ήταν τεράστιοι κορμοί σκαμμένοι σαν γούρνες και που στηρίζονταν πάνω στης διχάλες των δέντρων. Όλα αυτά ήταν οι αναμνήσεις του αρχιτέκτονα, που μεταμορφώθηκαν σε μια γόνιμη ποιητική διάθεση στους χώρους που δημιούργησε. Είναι η συνεχής αλληλεπίδραση ανάμεσα στον χώρο και τον άνθρωπο, όπου κάθε έργο, γίνεται κατανοητό μέσα από μια διαδικασία αντίληψης, η οποία μετατρέπει τα μηνύματα των αισθήσεων σε ατομική εμπειρία και γνώση.
          Πέρα όμως από την ενεργό παρουσία του δημιουργού στο σχεδιαστήριο σημαντικό ρόλο παίζει και η άμεση επαφή του με το ίδιο το έργο κατά τη διάρκεια της κατασκευής του. Οφείλει να είναι παρόν στην κατασκευή, να επιβλέπει, να συμμετέχει, να δημιουργεί με την ψυχή και το σώμα του. Ο Δημήτρης Πικιώνης όταν χτιζόταν το σπίτι της γλύπτριας Φρόσω Ευθυμιάδη-Μενεγάκη πήγε ένα βράδυ με ένα κερί και παρατηρούσε τη σκιά που έκαναν τα σκαλιά στον τοίχο και έπειτα χάλασε τα σκαλιά γιατί δεν του άρεσε η σκιά. Το σπίτι χρειάζεται το μυαλό αλλά και το σώμα του δημιουργού του.
          Από τα πρώτα σκαριφήματα, κατά τον σχεδιασμό και την ανέγερση του σπιτιού, το γεγονός   της  υλοποίησης   μιας  ιδέας, με πραγματικά υλικά, με λάσπη, με τούβλα, με πέτρες, τσιμέντο, σίδερο, ξύλο, με μηχανές, με τα χέρια, με το μόχθο, αλλά και με την ευαισθησία του ανθρώπου που θωπεύει και συναρμόζει τα υλικά κατασκευής, όλες αυτές οι διαδικασίες παραπέμπουν σε μία εξ επαφής «ποιητική πράξη». Απ' όλες τις πράξεις, η τελειότερη είναι το κτίσιμο12 αναφέρει ο Paul Valery.
          Το πράττειν, το ποιείν, κάνουν το έργο. Είναι το ταξίδι του δημιουργού, που οδηγεί στην τελική λύση, γι’ αυτό είναι απαραίτητο να είναι εφοδιασμένος με μια ευρύτητα γνώσεων και τεχνικής, θεωρίας και πράξης, για να μπορέσει να έχει έναν δρόμο γεμάτο εμπειρίες, που θα κάνουν το ταξίδι πιο ευχάριστο αλλά και αποτελεσματικό. Ο Le Corbusier στο μήνυμά του προς τους αρχιτέκτονες, είχε πει πως αρχιτεκτονική είναι γνώση, ηθική, ποίηση.
           Πέρα όμως από τον σχεδιασμό ως ατομική πράξη του αρχιτέκτονα, στην αρχιτεκτονική κατοικίας είναι απαραίτητη και η συμμετοχή του κατοίκου. Αν θέλουμε ο σχεδιασμός μιας κατοικίας να επιφέρει προκαθορισμένες αλλαγές στο γενικό του περιβάλλον, τότε ο σχεδιαστής πρέπει να είναι σε θέση τόσο να προβλέπει τις τελικές συνέπειες του σχεδίου που προτείνει, όσο και να προδιαγράφει τις ενέργειες που είναι απαραίτητες για την επίτευξη αυτών των συνεπειών και αυτό το δίλημμα του σχεδιαστή δεν λύνεται μόνο ατομικά, αλλά και με την αναγκαία στροφή της προσοχής του στον κάτοικο. Γιατί, στόχος είναι ο σχεδιασμός να ασχοληθεί λιγότερο με το προϊόν και περισσότερο με τις μεταβολές που θα υποστεί ο άνθρωπος που θα χρησιμοποιήσει το σπίτι.
Κύριο στοιχείο της αναγνώρισης της ταυτότητάς μας είναι η μέριμνα για τον συνάνθρωπο και ο αρχιτέκτονας δεν λειτουργεί επιβάλλοντας, αλλά παρέχει στον κάτοικο τη δυνατότητα συμμετοχής, ώστε αν κάπου βλάπτεται να μπορεί να εποπτεύσει τις δυνατότητες και να επηρεάσει την επιλογή τους. Σ’ αυτή την απαραίτητη συμμετοχική διαδικασία μεταξύ του κάτοικου και του δημιουργού, η αρχιτεκτονική μπορεί να αποκτήσει και πολιτική χροιά.
Έτσι, μετά την αισθητική, τεχνολογική και επιστημονική επάρκεια του αρχιτέκτονα, φτάνουμε και στην κοινωνική προσέγγιση του σχεδιασμού της κατοικίας που προϋποθέτει την ένταξη του αρχιτέκτονα στο κοινωνικό σύνολο. Ο δημιουργός πρέπει να είναι ένας ευαίσθητος δέκτης των κοινωνικών διεργασιών, αλλιώς αποξενωμένος από το κοινωνικό περιβάλλον, δεν μπορεί να έχει πραγματική συνείδηση ευθύνης προς την κοινωνία και πιο συγκεκριμένα προς τον κάτοικο.
Εξάλλου ο καλύτερος τρόπος να ενεργείς για λογαριασμό κάποιου άλλου είναι να έχεις κι εσύ τα ίδια συμφέροντα και το κοινό συμφέρον μεταξύ δημιουργού και κατοίκου, στο σχεδιασμό ενός σπιτιού, είναι το κατοικείν. Ο αρχιτέκτονας πέρα από δημιουργός είναι και κάτοικος, έτσι στην αρχιτεκτονική κατοικίας, πέρα από τη γνώση και τη τεχνική, τη θεωρία και την πράξη, το βίωμα του κατοικείν, θα διαμορφώσει τις κινήσεις του.
Η δημιουργία ενός σπιτιού αναλαμβάνει την ποιότητα και την ποίηση του κατοικείν και τα χαρακτηριστικά εκείνα που θα το κάνουν ποιητικό και ηθικό εξαρτώνται άμεσα από συμπεριφορές και σχέσεις μεταξύ του έργου και όλων όσων εμπλέκονται στην υλοποίησή του και την οικειοποίησή του.
Αν στην αρχιτεκτονική σύνθεση το «τι θέλω να κάνω» και «γιατί  το κάνω» είναι απαραίτητο εργαλείο για τη δημιουργία ενός έργου, στην κατασκευή ενός σπιτιού, σύμφωνα με τον Heidegger, πρέπει να απαντήσουμε στο τι είναι το κατοικώ και σε ποιο βαθμό το κτίζω εμπεριέχεται στο κατοικώ13. Με αυτό τον τρόπο θα δούμε την κατοικία, όχι ως σκοπό κάθε δόμησης, αλλά θα προσεγγίσουμε την έννοιά της. Το κτίζω και το σκέπτομαι, είναι αλληλένδετα για την πραγμάτωση του κατοικώ.
Θα κτίσουμε σωστά μόνο αν δούμε την κατοικία ως κάτοικοι, γιατί δεν κατοικούμε γιατί κτίσαμε, αλλά κτίζουμε και έχουμε κτίσει, γιατί κατοικούμε, δηλαδή επειδή είμαστε κάτοικοι14 και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε ικανοί να κατοικούμε. 



9. βλ. Π.Τζώνος, ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΞΙΩΝ ΣΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ, σελ.25
10. βλ. P. Valery, ΥΠΑΛΙΝΟΣ Ή Ο ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ, σελ.144
11. βλ. Α. Αντωνιάδη, ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ, σελ.17

12. βλ. P. Valery, ΥΠΑΛΙΝΟΣ Ή Ο ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ, σελ.137
13. βλ. M. Heidegger, www.greekarchitects, Προβληματισμοί με αφορμή την διάλεξη Κτίζω Κατοικώ Σκέπτομαι

14. βλ. M. Heidegger, www.greekarchitects, Προβληματισμοί με αφορμή την διάλεξη Κτίζω Κατοικώ Σκέπτομαι

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου